Ο ανθρώπινος εγκέφαλος είναι σχεδιασμένος να αναζητεί ικανοποίηση. Όταν τρώμε ή πίνουμε, οι αισθήσεις μας «δουλεύουν» συνεταιρικά, έτσι ώστε να αποκτήσουμε όσες περισσότερες πληροφορίες μπορούμε από το κάθε γεγονός. Η αντίληψη της γεύσης είναι μια εμπειρία που προκαλεί πολλά συναισθήματα και ανακαλεί μνήμες. Έως τώρα ξέρουμε ότι οι αισθήσεις που την επηρεάζουν είναι σαφώς η όσφρηση, η όραση και βεβαίως η αφή. Πάμε όμως, στην ακοή και γενικά στον ήχο!
Γεγονός είναι ότι επηρεαζόμαστε χωρίς να το θέλουμε ή να το καταλαβαίνουμε από ηχητικές πηγές γύρω μας, φυσικές ή τεχνητές. Γεγονός επίσης, βάση μελετών και πειραμάτων, είναι ότι η αντίληψη των γεύσεων αλλάζει ανάλογα με την ένταση του ήχου. Πιο συγκεκριμένα η έρευνα του James McLintock, επικεφαλής του προγράμματος Sound Research, περιγράφει πως ο διαπεραστικός ήχος συνδέεται με την όξινη γεύση, οι πιο χαμηλοί τόνοι με το πικρό, ενώ οι «στρογγυλεμένοι» ήχοι με την γλυκύτητα. Η ζάχαρη στο αλκοόλ είναι εξαιρετικά υψηλότερη όταν ακούμε μουσική, σε σχέση με άλλες καταστάσεις. Αυτό μας οδηγεί στο να καταναλώνουμε πολύ περισσότερο αλκοόλ όταν ακούμε μουσική, καθώς οι άνθρωποι έχουμε έμφυτη προτίμηση στα γλυκά, είτε ποτά είτε φαγητά. Το συμπέρασμα λοιπόν είναι πως ο ήχος (μουσική), μας κάνει να αντιλαμβανόμαστε αυτό που πίνουμε πιο γλυκό απ’ ότι πραγματικά είναι.
Έχοντας στο μυαλό μας τα παραπάνω, αναρωτηθήκαμε τι θα γινόταν αν σε αυτή τη σχέση ήχου-ζάχαρης, εμείς επενδύαμε στον ήχο; Δηλαδή αν με μία καλύτερη ηχητική μελέτη του χώρου, θα μπορούσαμε να βγάλουμε λίγη ζάχαρη από τα ποτά; Φυσικά η μείωση της ζάχαρης είναι καλή σε πολλά επίπεδα, ιδιαίτερα αν εμπλέκεται το αλκοόλ στην εξίσωση.
Αναρωτηθήκαμε δηλαδή αν θα μπορούσε ποτέ ο ήχος να αντικαταστήσει τη ζάχαρη ή ακόμη και να ενισχύσει τη γεύση των ποτών μας. Και νομίζουμε πως ναι! Δώσαμε τεράστια προσοχή στο ηχοσύστημα μας, ο μίκτης και οι ενισχυτές είναι πολύ υψηλής ποιότητας, έχουμε ηχεία και subwoofer με εξαιρετική συχνοτική απόδοση και οι πηγές ήχου που χρησιμοποιούμε είναι και αυτές υψηλών προδιαγραφών (όχι πολύ φθαρμένοι δίσκοι, όχι κακό mp3). Αυτός ο πολύ «καθαρός» και «κρυσταλλένιος» ήχος μας βοηθάει να κάνουμε ποτά γευστικά και με λιγότερη ζάχαρη, μας δίνει τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσουμε ποτά και γενικά υλικά τα οποία δεν είναι καθόλου γλυκά.
Οι νόμοι της ψυχοακουστικής είναι πραγματικά αληθινοί, είναι εφαρμόσιμοι και στο Β/2 τους χρησιμοποιούμε για τη δημιουργία ενός ευχάριστου κλίματος και μιας υγιής επιχείρησης. Ο κατάλογος χωρίζεται σε τρεις κατηγορίες ηχητικών φασμάτων, υψηλό, μεσαίο και μπάσο. Στις υψηλές συχνότητες έχουμε cocktail πιο ζωηρά, με υψηλή οξύτητα, φρεσκάδα και ισορροπία ανάμεσα στο αλκοόλ και τη γλυκύτητα. Στις μεσαίες θα δοκιμάσετε cocktails, με πιο στρογγυλεμένη γεύση και σοφιστικέ, ενώ στις μπάσες τα ποτά είναι πιο αναπάντεχα, με ιδιαίτερα υλικά. Το μόνο που χρειάζεται είναι να βρείτε αυτό που ταιριάζει στη διάθεσή σας.
Πρώτη δημοσίευση: Beer & Bar Magazine, Τεύχος 7 (αγοράστε το τεύχος)